Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ - ΦΑΡΜΑΚΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙ - ΦΑΡΜΑΚΑ ΠΡΑΚΤΙΚΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2014

ΑΡΡΩΣΤΙΕΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΡΙΚΑ-ΜΝΗΜΗ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΥΔΙΚΗΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗ

† ΜΝΗΜΗ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΙ ΕΥΡΥΔΙΚΗΣ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗ

     Λίγο πριν τα Χριστούγεννα, μας ξάφνιασε η είδηση ότι πέθανε η Ευρυδίκη, η γυναίκα του συγχωριανού μας Γιάννη Π. Μαυραγάνη και μητέρα της Κατερίνας. Δεν είχαμε μάθει τίποτα για την ασθένεια που ήταν η αιτία του θανάτου της. Έφυγε διακριτικά, όπως λεπτός και διακριτικός υπήρξε κι ο χαρακτήρας της, όσο ζούσε.
     Την Ευρυδίκη Πασχαλίδου από τον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης τη γνωρίσαμε στο γάμο της με το συγχωριανό μας Γιάννη Π. Μαυραγάνη στις 27 Δεκεμβρίου 1982. Το 1984 απέκτησαν τη μοναχοκόρη τους Κατερίνα. Εργαζόταν στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο και πάντα ήταν πρόθυμη να βοηθήσει πολλούς άρρωστους συγχωριανούς μας, όταν χρειάζονταν αίμα για τις εγχειρήσεις τους. Πιο ενεργητική ήταν η συμμετοχή της στο Δ.Σ. του Συλλόγου Παλαιοχωριτών Αθήνας «Η Μελίντα», όπου δραστηριοποιούνταν μαζί με το Γιάννη για πολλά χρόνια, ακόμα και μετά το θάνατό του το 1999. Ανακαίνισε το σπίτι τους στο Παλαιοχώρι και πέρασε εκεί πολλά καλοκαίρια. Τα τελευταία χρόνια είχε αποσυρθεί, ίσως για τους λόγους υγείας που προκάλεσαν και τον πρόωρο θάνατό της στα τέλη του 2013.          
     Το Παλαιοχώρι έλειπε από την κηδεία της, που δεν γνωρίζουμε πότε και πού έγινε. Κι άλλο τρόπο δεν βρήκαμε, για να τιμήσουμε τη μνήμη της, παρά να δημοσιεύσουμε την ενότητα «Αρρώστιες και Γιατρικά» από τις σελ. 133-139 του βιβλίου του Γιάννη, που εκδόθηκε το 1993, επανεκδόθηκε το 1995 κι αποτελεί το πιο επίπονο και σημαντικό έργο της ζωής του, μετά την οικογένειά του. Για το χωριό μας είναι μοναδικό βιβλίο, γραπτή ιστορική και λαογραφική πηγή μεγάλης αξίας, αφού η συγγραφή του στηρίχτηκε σε άμεσα βιώματα του συγγραφέα και μαρτυρίες ανθρώπων του χωριού μας. Μακάρι να επανεκδοθεί κάποτε και να μπει στο σπίτι κάθε Παλιοχωριανού. 
          
Γιάννη Π. Μαυραγάνη «Παλαιοχώρι Πλωμαρίου Λέσβου. Παράδοση – Ιστορία – Η Ζωή και τα Έθιμα»
 Αρρώστιες και Γιατρικά

     Τα παλιά χρόνια οι άρρωστοι δεν πήγαιναν στο γιατρό, από φτώχεια, καθυστέρηση και άγνοια. Προσπαθούσαν να γιατρευτούν με γητειές, με τάματα, με διάφορα βότανα και με άλλα πρακτικά φάρμακα. Η κατάσταση αυτή εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα και σήμερα, αλλά σε πολύ μικρή κλίμακα. Στο γιατρό πάνε όταν όλες οι παλιές θεραπευτικές γνώσεις και μέθοδοι δεν φέρνουν αποτέλεσμα και η αρρώστια προχωρεί επικίνδυνα.
     Οι παλιές «ιατρικές γνώσεις» μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά. Υπάρχουν και ορισμένα πρόσωπα, γυναίκες ή άντρες, που ξέρουν να κάνουν γητειές, αλοιφές, μπλάστρια και διάφορα άλλα φάρμακα. Γνωρίζουν ακόμα τα βότανα και τις θεραπευτικές ιδιότητες του καθένα, ποιο χρειάζεται για την κάθε αρρώστια και ποιο για κάθε πόνο. Στο φαρμακείο πάνε μόνο όταν τα γιατροσόφια δεν έχουν αποτέλεσμα. Το φαρμακείο το λένε «σπιτσαρία» και το φαρμακοποιό «σπιτσιέρ’».
     Ένα βασικό πρόσωπο για τις διάφορες θεραπευτικές αγωγές ήταν η πρακτική μαμή του χωριού. Οι γνώσεις της δεν περιορίζονταν μόνο στα γυναικολογικά. Έκανε το γιατρό και το φαρμακοποιό σε πολλές αρρώστιες.
     Μερικοί από τους «ειδικούς» ξέρουν γητειές και φάρμακα, για να γιατρεύουν και τα ζώα. Τόση είναι η άγνοια, ώστε να πιστεύουν ότι πολλές και σοβαρές αρρώστιες προέρχονταν από μάτιασμα ή από μάγια που έκανε κάποιος από μίσος ή ζήλεια. Ιδιαίτερα αυτό το πιστεύουν για τα ψυχικά νοσήματα. Για τον ψυχοπαθή λένε «αυτόν τον πήραν οι δαίμονες» ή «μέσα του μπήκαν κακά δαιμόνια». Αν ο άρρωστος είναι νέος, πιστεύουν πως του έκανε μάγια αυτή που αγαπούσε ο νέος και γι’ αυτό έγινε ψυχοπαθής.  
     Την κάθε σοβαρή αρρώστια τη χαρακτηρίζουν «κακιά αρρώστια» και, όταν αναφέρονται σ’ αυτήν, λένε «χτύπα ξύλο». Τους βαριά άρρωστους τους βλέπουν με προκατάληψη και τους αποφεύγουν. Δεν επιτρέπουν στα παιδιά να τους πλησιάζουν. Με τους φυματικούς παλιά απέφευγαν να μιλάνε και να κάνουν παρέα. Τους αντιμετώπιζαν με κάποια εχθρότητα και τους απομόνωναν. Η λέξη «χτικιάρης» ήτανε κάτι το τρομερό, αποτελούσε βρισιά και προσβολή γι’ αυτόν που απευθυνότανε.   
     Για τη συμφόρηση λένε «τον βρήκε κακιά ώρα» ή «νταμλάς τον βρήκε». Η λέξη «νταμλάς» στα τούρκικα σημαίνει συμφόρηση και κατ’ επέκταση εννοούν τον ξαφνικό, ακαριαίο θάνατο.
     Για να διώχνουν προκαταβολικά τις αρρώστιες, τα κακά δαιμόνια, το μάτιασμα και τα μάγια, όλοι, ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά και οι νέοι, είχανε πάνω τους ένα φυλαχτό.
     Στις αμφιβολίες για την υγεία τους προσέχουν το χρώμα της κατρουλιάς τους, των ούρων τους. Αν είναι σκούρα, σημαίνει ότι κάτι συμβαίνει στην υγεία τους. Το ίδιο σημαίνει και όταν η γλώσσα είναι άσπρη.
     Οι άρρωστοι, για να γίνουν καλά, επικαλούνται τη βοήθεια της Παναγιάς και των Αγίων. Κάνουν τάματα, φωνάζουν στο σπίτι ή πηγαίνουν στον παπά να τους διαβάσει. Ξαπλώνουν στο πάτωμα της εκκλησιάς κατά την ώρα της λειτουργίας, για να περάσει πάνω τους ο παπάς με το άγιο δισκοπότηρο. Πληρώνουν τον παπά, για να κάνει λειτουργία κι ευχέλαιο, να βρούνε την υγειά τους και πολλά άλλα παρόμοια.  
     Τα τάματα που γίνονται είναι πολλά και διάφορα. Οι άρρωστοι τάζουν λαμπάδα, η οποία τις πιο πολλές φορές είναι όσο το μπόι του άρρωστου. Αν πονά το πόδι, το χέρι, το αυτί ή άλλο μέλος του σώματος, υπόσχονται να αφιερώσουν ασημένιο ή και σκέτο μεταλλικό ομοίωμα στην εκκλησία ή στον Άγιο που το έταξαν. Ένα άλλο τάμα είναι να πάνε να προσκυνήσουν τον Άγιο που είναι ταμένοι, βαδίζοντας με τα γόνατα ή με τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα. Όσοι είναι ταμένοι στην Παναγιά, φοράνε μαύρα όλο το Δεκαπενταύγουστο.
     Για ορισμένες αρρώστιες, θεωρούνται θαυματουργοί συγκεκριμένοι Άγιοι. Για τις αρρώστιες των αυτιών θαυματουργός Άγιος είναι ο Ταξιάρχης. Ο Άγιος Γιάννης είναι για την ελονοσία, γι’ αυτό κι όσοι πάσχουν απ’ αυτήν πηγαίνουν και κοιμούνται τρεις μέρες στο εξωκκλήσι του. Ο Άγιος Βλάσσης είναι θαυματουργός για τις παθήσεις των χεριών και των ποδιών. Για τις έγκυες θαυματουργός είναι ο Άγιος Ελευθέριος.
     Οι άρρωστοι δεν περιορίζονται μόνο στα τάματα και τις προσευχές. Αν δεν γίνονται καλά, καταφεύγουν και στις γητειές. Η πιο συνηθισμένη γητειά, που πιστεύουν πως διώχνει πολλές αρρώστιες, είναι το σταύρωμα με μαυρομάνικο μαχαίρι. Την ώρα που γίνεται το σταύρωμα, λένε τρεις φορές «Ιησούς Χριστός νικά κι όλα τα κακά σκορπά». Μετά το σταύρωμα, τους ανθρώπους τους θυμιάζουν με λιβάνι. Τα ζώα τα καπνίζουν με αναμμένα άχυρα και τους χαράζουν, τους κόβουν με το μαχαίρι το αυτί, να τρέξει αίμα.
    Εκτός από τις προσευχές, τα τάματα, τις γητειές, στην κάθε αρρώστια χρησιμοποιούνται και τα ανάλογα βότανα, αλοιφές, μπλάστρια και διάφορα άλλα παρασκευάσματα και γιατροσόφια, ανάλογα με την περίπτωση.
     Στις πιο πολλές περιπτώσεις, χρησιμοποιούν σαν βασικά θεραπευτικά υλικά: το λάδι, το αυγό και το κρεμμύδι, γιατί πιστεύουν πως αυτά έχουν πολύτιμες θεραπευτικές ιδιότητες. Για παράδειγμα, το κρεμμύδι το χρησιμοποιούν ωμό ή σαν αλοιφή για αποστήματα, χτυπήματα, νεφρά, αμυγδαλές, χιονίστρες, δάγκωμα εντόμων, καλόγηρους, σαν τονωτικό και άλλα.
  
    Ας δούμε λίγο τα βότανα και την αγωγή που χρησιμοποιούσαν στην κάθε πάθηση:
• Αγκύλωμα από αχλάδα, τρικοτσιά, βάτο: Η κατρουλιά (ούρα) θεωρείται το καλύτερο φάρμακο.
• Αδυναμία: Όσοι πάσχουν από αδυναμία, και ιδιαίτερα οι γυναίκες που θηλάζουν, κάνουν μαντζούνια με παλιό γλυκό κρασί και μπαχαρικά (μοσχοκάρυδο, μοσκοκάρφια, κανέλα, κίννα κ.ά.).  
• Ανέδραμα (αναφυλαξία): Ζουμί από κοπανισμένο αμάραντο.
• Ανεμοπύρωμα (ερυσίπελας): Κάνουν διάφορες γητειές, σταύρωμα με μαχαίρι και άλλα.
• Άσθμα: Οι άντρες που έχουν άσθμα καπνίζουν μπελαντόνα. Αφέψημα μαϊντανού, μέντας, δεντρολίβανου, εισπνοές από βρασμένη μέντα.
• Βαρηκοΐα: Δάκρυ χλωρής λυγαριάς. Ξύνουν το κοτσάνι βλαστού λυγαριάς, παίρνουν με βαμβάκι το δάκρυ που θα βγάλει και το βάζουν στο αυτί.
• Βήχας: Βρασμένα σκουρπίδια, είδος χόρτου του χωριού μας, διάφορα ζεστά από δεντρολίβανο, φασκόμηλο, σαλέπι. Εισπνοές από βρασμένη μέντα ή ευκάλυπτο και διάφορα μαλαχτικά για το λαιμό και το στήθος.    
• Γκρέμισμα – Πέσιμο: Όταν γκρεμιστεί κανείς από παράθυρο ή στέγη κ.ά., σκάβουν λάκκο στο μέρος που έπεσε μέχρι να βρουν ένα κάρβουνο, έστω και μικρό. Το κάρβουνο αυτό το τρίβουν, το κάνουν σκόνη και το δίνουν με νερό να το πιει αυτός που γκρεμίστηκε. Αν δεν βρίσκουν κάρβουνο, είναι κακό σημάδι για το γκρεμισμένο.       
• Δάγκωμα σκύλου: Αμάραντος, μαλλί που κόβουν από τον ίδιο το σκύλο και το βάζουν πάνω στη δαγκωματιά.  
• Δυσκοιλιότητα: Βασιλικός και φαγητά με ντομάτες και μπάμιες. Τρώνε ξερά σύκα και παίρνουν καθάρσιο.
• Εγκαύματα: Αλοιφή καμωμένη από ασπράδι αυγού, ασβεστόνερο και ρακί, γιαούρτι, χυμό αγγουριού, ξύδι, κατάπλασμα από λάχανο.  
• Ελονοσία: Βράζουν και πίνουν κίννα, αψηφιά και πιασμοχόρταρο.
• Ευκοιλιότητα – Κόψιμο: Σκέτο λεμόνι, 1 κουταλιά σκέτο αλεσμένο καφέ ή ανακατεμένο με λεμόνι. Λαπά από ρύζι, κονιάκ, ένα πράσινο μικροθαμνώδες φυτό που κάνει κίτρινα λουλουδάκια και φυτρώνει σ’ όλη την περιοχή γύρω από το Παλαιοχώρι.
• Ιλαρά: Στα παιδιά δίνουν κάντιο, για να τα ανακουφίζουν.
• Ισχιαλγία – Δάγκωμα μέσης – Νευρόπονοι: Έμπλαστρα καμωμένα από κοπανιστό σινάπι μαζί με διάφορα άλλα υλικά, όπως αυγό, ρακί και άλλα. Σε πόνους μέσης χρησιμοποιείται πολύ το ζωνάρι.  
• Κακογέννα ζώων – ύστερο: Βάζουν μαυρομάνικο μαχαίρι στο στόμα τους. Αν δεν πέφτει το ύστερο, κρεμάνε ένα θυμάρι ή ένα κεραμίδι.
• Κατάγματα: Σε κατάγματα ανθρώπων και ζώων βάζουν μπλάστρι καμωμένο από τριμμένο σαπούνι, αυγά, λάδι και ρακί. Το μπλάστρι αυτό το δένουν γερά με λουρίδες πανί πολλές βόλτες, σαν να φασκιώνουν το σπασμένο πόδι ή χέρι. Πολλές φορές, πάνω από το μπλάστρι δένουν καλάμια γύρω-γύρω. Ο τρόπος αυτός είναι κάτι ανάλογο με το γύψο.     
• Καλόγεροι («μαύρες», κακά σπυριά): λουκούμι, ξερό σύκο, προζύμι (ανάπ’μα) με ζάχαρη.
• Κοιλιακοί πόνοι: Δυόσμο, φλισκούνι (μέντα), μαντζουράνα, μέλισσα, χαμομήλι, γλυκάνισο και ζεστή κεραμίδα (Προσοχή όμως, γιατί η ζεστή κεραμίδα μπορεί να κάνει ανεπανόρθωτη ζημιά, αν ο πόνος προέρχεται από σκωληκοειδίτιδα, που χρειάζεται πάγο κι όχι ζεστά).   
• Κριθαράκι: Πλύσιμο με χαμομήλι και ζεστές κομπρέσες. 
• Κρυολόγημα – Γρίπη – Συνάχι: Φασκόμηλο, δενδρολίβανο, πεντόνικο, ραδικόζουμο, σκόρδα, εντριβές, βεντούζες απλές ή κοφτές.  
• Λεχώνα: Χαμομήλι, πολυτρίχι (χόρτο που φυτρώνει κοντά σε πηγές και ρυάκια).
• Μαγουλάδες (παρωτίτιδα): Βάζουν κατράμι.
• Μυρμηγκιές: Κάνουν πολλές και διάφορες γητειές. Το γήτεμα γίνεται νύχτα με τ’ άστρα κι όταν είναι γεμάτο το φεγγάρι. Άλλη γητειά είναι να πάρει ο παθών κόμπους-καρπούς από πλάτανο και να τους χώσει κάτω από ένα πλυσταριό. Όσες μυρμηγκιές έχει, τόσους κόμπους πρέπει να κρύψει. Επίσης, τις μυρμηγκιές τις τρίβουν με αφρό από τα ρυάκια που δημιουργούν τα πρωτοβρόχια. 
• Νεφρά – Ουρολογικές παθήσεις γενικά: Βράζουν και πίνουν αγριάδα, πολύκομπο, βασιλικό, αγριοβασιλικό, ραδικόζουμο, σκορπίδια, μαϊντανό, βρώμη, μαλλιά από ρόκα καλαμποκιού, ρίζα πικραμυγδαλιάς, ζουμί από τριμμένο ρεπάνι, βραστά κρεμμύδια, σπόρους από κουκούτσια κερασιών.   
• Ουρθουφλιά (ημεραλωπία): Προέρχεται από αβιταμίνωση. Για τη θεραπεία της, σφάζουν μια κότα και δίνουν να φάει ο παθών ψημένο το τζιγέρι της. Του δίνουν επίσης να πιει νερό από το γλαστρί που πίνουν οι κότες. Όταν βασιλέψει ο ήλιος, βάζουν τον άρρωστο καβάλα πάνω σ’ ένα γάιδαρο και τον γυρίζουν στο χωριό, λέγοντας το όνομά του και τα καθιερωμένα για την ορθουφλιά λόγια. Αν π.χ. τον λένε Στρατή, τότε λένε:
     «Του καημένου του Στρατέλ’
     έχ’ ουρθουφλιά τσι κλαίει
     τσ’ όποιους δεν του πει να ’γιάν’,
     αύριου του βράδ’ να κ’ βγάλ’».
     Αμέσως όλοι μαζί φωνάζουν «να ’γιάν’, να ’γιάν’».       
• Πίεση: Αγκιναρόφυλλα, καρυδόφυλλα, αβαγιανό καλά βρασμένο 3 ποτήρια πρωί – μεσημέρι – βράδυ, δενδρολίβανο, σκόρδο, κρεμμύδι, μαϊντανό, αγκιναρόζουμο, αφέψημα από φύλλα ελιάς, βδέλλες να ρουφήξουν αίμα. 
• Πληγές: Αλοιφή από ρίζα ασφόδελου, μικρά αμάλιαστα ποντίκια που τα ρίχνουν μέσα στο λάδι, να γίνουν αλοιφή.  
• Πονόδοντος: Ξύδι, αλάτι, ρακί, δάκρυ ελιάς, μοσχογαρύφαλλο, άθνισμα με ατμούς από διάφορα βρασμένα βότανα. Παλιά, αν υπήρχε κούφιο δόντι, δεν πήγαιναν να το βγάλουν στον οδοντογιατρό, γιατί πίστευαν ότι, με τη δοντάγρα που θα χρησιμοποιήσει, θα κουνηθούν και θα πέσουν σιγά-σιγά όλα τα άλλα δόντια και θα μείνουν φαφούτηδες! Αν πέσει το δόντι ενός μικρού παιδιού, το πετά πάνω σε στέγη ή φούρνο και λέει: «να κουκαλένιου, δό’ μ’ μαλαματένιου» ή «να κουκαλένιου, δό’ μ’ σιδηρένιου». Ακόμα, θεωρείται κακό να πεταχτεί το δόντι καταγής.
• Πονοκέφαλος: Βρεγμένο πανί με ξύδι, φλούδα από αγγούρι.
• Πονόλαιμος – Αμυγδαλές: Σαλέπι, δάκρυ αμυγδαλιάς (μαστίχα), κάντιο και ζεστή αχλιά (στάχτη) μέσα σ’ ένα πανί, που το βάζουν στο λαιμό.
• Πονόματος: Πλύσιμο του ματιού με βρασμένο ζαμπούκο και χαμομήλι ή δάκρυ από κλήμα.
• Πρηξίματα και Αποστήματα: Βάζουν μαλαχτικά, μολόχες, ρύζι λαπά, κρεμμύδια ψητά και κοπανισμένη ρίζα ασφόδελου (ασπόρδιλα), που την κάνουν αλοιφή.
• Ρευματισμοί – Αρθριτικά – Νευρόπονοι: Ρίζα σβρουνιάς και χόρτου που λέγεται ψώρα, αφέψημα σέλινου ή σελινόριζας.  
• Ρινορραγίες: Ρίχνουν μέσα στη μύτη σκόνη από τριμμένο ξερό ανθό καρυδιάς.
• Σαλαρίκι (χρυσή, ίκτερος): Για το σαλαρίκι, την ορθοφλιά, το ανεμοπύρωμα και τις μυρμηγκιές κάνουν γητειές. Σαλαρίκι λένε τη χρυσή, τον ίκτερο και το τρακ από τρομάρα και φόβο. Για να θεραπευτεί το σαλαρίκι, σταυρώνουν το κούτελο (μέτωπο) με ξυράφι ή κοφτερό μαχαίρι και λένε διάφορα λόγια. Παράλληλα κόβουν τη μεμβράνη, με τον κόμπο που βρίσκεται στο πάνω χείλος από το μέσα μέρος.
• Σεληνιασμός: Βρασμένα κοκαλάκια εμβρύου κατσίκας ή προβάτου.  
• Σκυλοκατουρίτης: Τα συνηθισμένα αποστήματα που βγάζουν κάτω από τα πέλματα τα ξυπόλητα παιδιά λέγονται σκυλοκατουρίτες. Βάζουν κρεμμύδια ψητά, μολόχες, ρύζι λαπά και μια αλοιφή από λάδι, ζάχαρη και ξυσμένο καλάμι (το γυαλί του καλαμιού).  
• Στειρότητα: Εκτός από τις προσευχές και τις λειτουργίες στην Αγία Άννα, κάνουν και διάφορα γιατροσόφια, μαντζούνια δυναμωτικά, τρώνε μέλι και καρύδια. Τρώνε στήθος λαγού και όρχεις τράγου. Κάνουν διάφορες αλοιφές από καλλωπιστικές σκόνες και τις βάζουν μέσα στον κόλπο. Ψήνουν όρχεις χοίρου και πίνουν κρασί ο άντρας κι η γυναίκα για κάμποσες μέρες, για να μπορέσουν να κάνουν παιδί. Βράζουν και πίνουν πρασόσπορο μαζί με άλλα βότανα άντρας και γυναίκα σαράντα μέρες από το ίδιο φλυτζάνι και κάνουν διάφορα άλλα γιατροσόφια.    
• Στομαχικοί πόνοι: Πίνουν δυόσμο, χαμομήλι, μολόχα σκορπίδια και αβαγιανό.
• Στραμπούληγμα: Σε στραμπουλιγμένα πόδια και χέρια βάζουν βρασμένη αψηφιά.
• Συρίγγιο: Ζεστή κοιλιά σκοτωμένης αλεπούς.  
• Τραύματα ζώων: Ιδιαίτερα στα σχισμένα από σύρμα μαστάρια της κατσίκας, καλύτερο φάρμακο θεωρείται το ρετσινόλαδο.     
• Τραύματα ή κόψιμο με μαχαίρι ή τσεκούρι: Φρέσκο δάκρυ από πεύκο (ρετσίνι), καπνό, ένα είδος μανιταριού που λέγεται «της γριάς ο πόρδος», τσίπα αράχνης, σκόνη ασβέστη από ξύσμα τοίχου, ξύσιμο συκιάς ή σπάρτου σαν ροκανίδι πάνω στην πληγή.
• Τρομάρα – Φόβος: Από οποιαδήποτε αιτία, ιδιαίτερα αν είναι παιδί, η πρώτη δουλειά είναι να δώσουν λίγο νερό στον τρομαγμένο και να κάνει «τσίσια» (να ουρήσει) κάτω από συκιά.
• Τσίμπημα-κέντρισμα φιδιού: Χάραγμα με μαχαίρι στο σημείο που έγινε το τσίμπημα, για να τρέξει το φαρμακωμένο αίμα. Στο σημείο αυτό βάζουν αμάραντο και ποτίζουν το φαρμακωμένο γάλα και λάδι. Στα τσιμπήματα από φίδι ή σκορπιό καλό κάνει ζωμός από ζοχούς κοπανισμένους, σαν αλοιφή.  
• Τσίμπημα σκορπιού: Αμάραντος, γάλα από συκιά. Αν καταφέρουν να πιάσουν τον ίδιο το σκορπιό, τον βάζουν κοπανισμένο πάνω στο τσίμπημα. Την ώρα που βάζουν το σκορπιό ή οποιοδήποτε άλλο φάρμακο, λένε τρεις φορές:
     «Ο σκορπιός ο δίβολος, ο διαβολοτρίβολος,
     την αχλιά εσκάλιζε, χώμα εζευγάριζε.
     Παίρνει το τσεκούρι του κι ανεβαίνει στο βουνό
     κι όσα ξύλα έκοψε, τόσοι να είν’ οι πόνοι του».
     Υπάρχουν άτομα που τα πειράζει πολύ το τσίμπημα του σκορπιού.  
• Τσίμπημα σφήκας ή μπάμπουρα: Σε τσιμπήματα από σφήκα ή μπάμπουρα βάζουνε γιαούρτι, ντομάτα, λάσπη από κοκκινόχωμα, αμάραντο. Ο αμάραντος δεν είναι ο ίδιος που ξέρουν σε άλλα μέρη. Έχει φύλλα σαρκώδη, σε σχήμα μανέστρας. Είναι μικρό πολυετές φυτό, που φυτρώνει σε διάφορες τοποθεσίες της περιοχής μας. Σε μεγάλο ερεθισμό από το τσίμπημα, γίνεται τρίψιμο με καρπουζόφλουδες.
• Φαρμακωμένα σκυλιά κι άλλα ζώα: Τα φαρμακωμένα από φόλα ή φίδι ζώα, για να τα σώσουν, τα ποτίζουν γάλα και λάδι.   
• Χιονίστρες – Σκασίματα από κρύο: Τρίψιμο με νεράντζια ή λεμονόκουπες, αλοιφή καμωμένη με ορισμένες αναλογίες από κερί, λάδι, βαζελίνη και λεμόνι.   
• Χολής παθήσεις: Πίνουν το πρωί νηστικοί μερικές κουταλιές ελαιόλαδο, αγριάδα, εγχύματα μαϊντανού, δυόσμου και μέντας.
• Χτυπήματα: Κρεμμύδια ωμά, σκέτα ή με αλάτι, βδέλλες να ρουφήξουν το σκοτωμένο αίμα. Πίτουρα βρασμένα με ξύδι, πνευμόνι από φρεσκοσφαγμένο ζώο. Αλοιφή από ασπράδι αυγού, ρακί, σαπούνι και αλάτι, δουλεμένα καλά μέχρι να δέσουν.
• Ψώρα – Ψωρίαση ζώων: Άρμη από ελιές, θειάφι με λεμόνι.  
    
     Αυτές είναι οι βασικές θεραπευτικές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για κάθε περίπτωση και κάθε ζαμπνιά, όπως λένε την αρρώστια. Απ’ όλα τα παραπάνω βότανα, οπωσδήποτε, ορισμένα έχουν πραγματικές θεραπευτικές ιδιότητες και άλλα, αν δεν κάνουν ζημιά, δεν κάνουν και καλό.
     Τα βότανα είναι αυτοφυή στα βουνά της περιοχής. Στις αλοιφές και τα άλλα πρακτικά φάρμακα το πρώτο και βασικό υλικό είναι το λιόλαδο, το τοπικό προϊόν μας. Ακολουθούν το κρεμμύδι, το αυγό, το σαπούνι, το ρακί, το ασβεστόνερο και άλλα.
     Τέλος, παρά την άγνοια που υπάρχει για τις αρρώστιες, ξέρουν ότι το φαγητό παίζει αποφασιστικό ρόλο στην υγεία, ότι ο υποσιτισμός ανοίγει τις πόρτες σε πολλές αρρώστιες κι, όταν πεινά κανείς, δεν μπορεί να δουλέψει, «νηστικό αρκούδι δεν χορεύει», λέει μια παροιμία.
    Γνωρίζουν ακόμα ότι μερικά φαγητά πειράζουν σε ορισμένες αρρώστιες, όπως για παράδειγμα το χταπόδι, που πιστεύουν πως φανερώνει εφτά αρρώστιες, δηλαδή όποιος φάει χταπόδι κι έχει μια αρρώστια από τις εφτά, θα εκδηλωθεί.
     Ανάλογη σημασία δίνουν και στον ύπνο. Δεν πρέπει να κοιμάται κανείς όπου λάχει. Για παράδειγμα, αν κοιμηθεί κάποιος κάτω από συκιά, πιστεύουν πως θα αρρωστήσει.  
     Όλοι οι «ειδικοί» που ξέρουν και κάνουν γητειές, αλοιφές και άλλα πρακτικά φάρμακα, τις γνώσεις τους δεν τις φανερώνουν σε κανέναν, τις κρατούνε μυστικές. Μόνο όταν κοντεύουν να πεθάνουν τις εμπιστεύονται σε ένα πολύ συγγενικό τους πρόσωπο, που το εξορκίζουν να τις κρατήσει κι εκείνο μυστικές.


Ας είναι αιώνια η μνήμη του Γιάννη και της Ευρυδίκης

Μ.Β..

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

ΜΑΝΤΖΟΥΝΙΑ ΔΥΝΑΜΩΤΙΚΑ

Λαογραφικές καταγραφές

                    

Μαντζούνια Δυναμωτικά

 

Αισθάνεστε ατονία και αδυναμία; Είσαστε έγκυος ή λεχώνα; Υποφέρετε από κάποια χρόνια πάθηση ή είστε στην ανάρρωση; Κάποιο αγαπημένο σας πρόσωπο είναι βαριά άρρωστο; Τα φαρμακεία σήμερα διαθέτουν κάθε είδους βιταμίνες, συμπληρώματα διατροφής και πολλά δυναμωτικά σκευάσματα για κάθε πάθηση, που εμείς οι Έλληνες υπερκαταναλώνουμε, με την ιδέα πως θα μας απαλλάξουν από τα ανεπιθύμητα συμπτώματα και θα μας δυναμώσουν γρήγορα. Άλλωστε φροντίζουν να μας πείσουν γι’ αυτό οι φαρμακοποιοί, βάζοντάς τα σε περίοπτη θέση και διαφημίζοντάς τα.

Τα παλιά χρόνια, η λέξη «φαρμακείο» ήταν ταυτισμένη με την έννοια «ακριβό», γι’ αυτό κατέφευγαν στο γιατρό ή στο φαρμακοποιό μόνο όταν τα γιατροσόφια δεν έφερναν αποτέλεσμα. Άλλωστε δεν υπήρχε τότε το φαινόμενο της πολυφαρμακίας, της υπερβολικής δηλαδή λήψης φαρμάκων, γιατί και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ήταν υποτυπώδης και η φτώχεια τούς… προστάτευε από τις καταχρήσεις!

Είχαν όμως γιατροσόφια και μαντζούνια δυναμωτικά, που παρασκεύαζαν οι ίδιοι ή κάποιες έμπειρες γερόντισσες ή η μαμή! Για παράδειγμα, έβραζαν πολυτρίχι, φυτό που βγαίνει κοντά σε νερά, κι έδιναν να πιουν οι λεχώνες, για να δυναμώσουν και να είναι ανθεκτικές στο θηλασμό (προφορική μαρτυρία Σουλτάνας Πανανή-Χρυσάφη, βιβλίο Γιάννη Μαυραγάνη «Παλαιοχώρι Πλωμαρίου Λέσβου. Ιστορία - Πολιτισμός - Η Ζωή και τα Έθιμα» (Αθήνα 1995, σελ. 182) κ.ά.).

Δυναμωτικό και φάρμακο για τη δύσπνοια ήταν και το γάλα γαϊδούρας! (Ιωάννης Τζέτζης, Φαίδων Κουκουλές κ.ά.). Στην ανάρτησή μας για το μοναλεμπί (βλέπε https://paleochori-lesvos.blogspot.com/2013/03/blog-post_5129.html) αναφέρουμε ότι το έδιναν στις λεχώνες ως δυναμωτικό και γαλακτοπαραγωγικό.

Τη σημασία και την ετυμολογία της λέξης μαντζούνι ή ματζούνι δίνει ο Νικόλαος Ανδριώτης στο "Ετυμολογικό Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής": «δυναμωτικό, από το τουρκ. macun». Ο Γιώργος Γιαννουλέλλης, στη σελ. 61 του βιβλίου του "Νεοελληνικές ιδιωματικές λέξεις δάνειες από ξένες γλώσσες", γράφει: "ματζούνι. ουδ. = δυναμωτικό παρασκεύασμα, με τη μορφή σιροπιού, συνήθως από μέλι, φλοιό κινίνης, μαύρο κρασί, ρίζα ασφόδελου κ.ά. //Ετυμολογία: από το τουρκ. macun = πάστα, κόλλα, μείγμα από φάρμακα μέσα σε σιρόπι < περσ. māzūn = δυναμωτικό, τονωτικό, πρβ. περσ. māzār = αυτός που πουλά θεραπευτικά βότανα. Πιθανή μακρινή συγγένεια προς το αρχαίο ελληνικό "μζα" (πρβ. Ερωτιανού 248 φύραμα ξ λφίτων γινόμενον, ποτ μν ξ ξυμέλιτος...  δρομέλιτος...)". Ίσως λοιπόν η λέξη ματζούνι να είναι αντιδάνειο.

 Παρακάτω αναφέρουμε συνταγές από τα πιο γνωστά μαντζούνια που έφτιαχναν στο Παλαιοχώρι και σε άλλα μέρη της Λέσβου. Πολλά ήταν γνωστά πανελληνίως. Ήδη έχουμε αναφέρει το «θάσιο» στη συνταγή για τη σουμάδα (βλέπε https://paleochori-lesvos.blogspot.com/2013/05/blog-post_25.html), που ήταν το πιο εύκολο και συχνό δυναμωτικό μαντζούνι. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τρόφιμα που δεν έχουμε δοκιμάσει ποτέ...

   

*** 


Θάσιο

Υλικά:

• 50-80 gr αμύγδαλα κοπανισμένα

• 1 κουταλάκι γλυκού ζάχαρη

• κανέλα ή ανθόνερο

• 1 ποτήρι νερό

 

Εκτέλεση:

Κοπανίζουμε τα αμύγδαλα και τα βάζουμε σε τουλουπάνι, όπου ρίχνουμε καυτό νερό. Στύβουμε το τουλουπάνι, να τρέξει ο γαλακτώδης χυμός από τα αμύγδαλα σε ένα κατσαρόλι. Προσθέτουμε λίγη ζάχαρη και κανέλα, ανακατεύουμε καλά μέχρι να λιώσουν και είναι έτοιμο το μαντζούνι μας.

Πιο απλός τρόπος παρασκευής (που είχα παρακολουθήσει στα παιδικά μου χρόνια στο Παλαιοχώρι): Βράζουμε τα κοπανισμένα αμύγδαλα και τη ζάχαρη 15-20΄ λεπτά, προσθέτουμε λίγη κανέλα και δίνουμε το ζωμό με κουταλάκι στον ασθενή.

 

Ιδιότητες:

Δυναμωτικό και τονωτικό, γι’ αυτό το έδιναν σε λεχώνες, βαριά ασθενείς, ετοιμοθάνατους, πενθούντες και καταθλιπτικούς. 

 

Βιβλιογραφικές αναφορές:

Ο Σπυρίδων Αναγνώστου (1862-1916), στη σελ. 93 του βιβλίου του «Λεσβιακά, ήτοι συλλογή περί Λέσβου πραγματειών», αναφέρει ότι η ονομασία "θάσιο" (αμύγδαλο) ίσως δόθηκε γιατί  το είδος αυτό των εύθραυστων αμυγδάλων μεταδόθηκε από τη Θάσο, επομένως συνεκδοχικά σημαίνει «αμυγδάλινον ρόφημα, ποτόν που προσφέρεται εις τας λεχούς κατά την τρίτη ημέρα μετά τον τοκετόν υπό των επισκεπτομένων αυτάς κυριών ή και εις ασθενείς υπό επισκεπτριών ωσαύτως συγγενών». 

Ο Παναγιώτης Νικήτας (1889-1965), στο βιβλίο του «Το Λεσβιακό Μηνολόγιο» ("Λεσβιακά", Δελτίον Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών, τόμος Α΄, τεύχος Α΄, Μυτιλήνη 2001, σελ. 37), γράφει σχετικά: «Συγγενείς και γειτόνισσες στέλνουν το πρώτο δώρο τους στη λεχούσα. Είναι ο "θάσος" από αμύγδαλα κοπανισμένα, που όταν βράσει γίνεται ένα γαλακτωμένο ρευστό με την ανάλογη ζάχαρη και κανέλα. Όταν πίνει το "θάσο" η λεχούσα, κατεβάζει γάλα πολύ». 

Την ίδια ετυμολογία δίνει και ο Νικόλαος Ανδριώτης στο "Ετυμολογικό Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής", σελ. 8: «αθάσι το, αμύγδαλο <μεσν. αθάσιον <μεταγν. επίθ. θάσιον <Θάσος». 

Ο Γιώργος Αλβανός, στο βιβλίο του «Το χωριό μου Βασιλικά Λέσβου» (2ος τόμος), γράφει στη σελ. 88: «θάσιου (το) (ουσ.): <μσν. αθάσιν (αμύγδαλο) <μτγν. αθάσιον (αθασία = αμυγδαλιά) // Πολτός από κοπανισμένα αμύγδαλα και ζάχαρη. Τον έφτιαχναν για τις λεχώνες, για να κάνουν πολύ γάλα. Το πικρουθάσιου ήταν από πικραμύγδαλα. Σε κάποιον που είχε ερωτική απογοήτευση έλεγαν ειρωνικά: "ήπιης του πικρουθάσιου!" // Θάσια λένε τα αμύγδαλα με λεπτό περικάρπιο, που σπάζουν εύκολα ακόμα και με τα δάχτυλα, σε αντίθεση με τα σκληρά, τα πετραμύγδαλα». Είναι προφανές ότι το «θάσιου» είναι το ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου: «θάσιους,-α,-ου: <πιθανόν από το νησί Θάσος: αφράτος, εύθραυστος: "θάσια αμύγδαλα"» (Πηγή: https://www.vasilika.gr/pdf/lexiko-a.pdf). 

Ο Τάσος Μακρής, στις σελ. 210-211 του βιβλίου του "Τα παραμύθια των λέξεων" (έκδοση Συλλόγου Πολιχνιατών Αθήνας, Μυτιλήνη 2007), γράφει:

«Το αθάσιον στα αρχαία ήταν το αμύγδαλο με τη λεπτή εύθραυστη φλούδα. Στον τόπο μας έμεινε η λέξη με αυτή ακριβώς τη σημασία, αλλά για να λέμε ακόμα κι ένα γλυκό δυναμωτικό χυλό, που έφτιαχναν με αμύγδαλα για τις λεχώνες. Σκωπτικά και με κάποια δόση χαιρεκακίας, γι' αυτούς που υφίσταντο ερωτική απογοήτευση, έλεγαν τη φράση: "ήπγι του θάσιου". Η ψυχική και κατά συνέπεια και σωματική κατάπτωση του απογοητευμένου θύμιζε λεχώνα». Παραλλαγή της φράσης ήταν "ήπγι του πικρουθάσιου", κυριολεκτικά, γιατί έβαζαν και πικραμύγδαλα μερικές φορές, και μεταφορικά, γιατί επρόκειτο για την πικρή εμπειρία της ερωτικής απογοήτευσης (βλέπε Γιώργου Αλβανού "Ο κλήδονας")». 

Ο Χαράλαμπος Κλ. Δεμίρης, στη σελ. 78 του βιβλίου του "Λεξικό Γλωσσικού Ιδιώματος Ερεσού Λέσβου" (έκδοση Συλλόγου των απανταχού Ερεσίων «Ο Θεόφραστος», Αθήνα 2003), γράφει:

«θάσιου (του): Ποικιλία εύθραυστου αμυγδάλου. Επίσης ρόφημα που γινόταν από βρασμένα αμύγδαλα αυτής της ποικιλίας και άλλα υλικά και το έδιναν στις λεχώνες για ανάκτηση των δυνάμεών τους μετά τη γέννα [μεσν. αθάσιον = αμύγδαλο] και «θάσιους = εύθραυστος, αφράτος».

 

Επιβεβαιώνοντας όσα οι Λέσβιοι συγγραφείς αναφέρουν, ο συμπατριώτης μας Stratis, στον ιστότοπο της Βρίσας Λέσβου με τίτλο «Κάτω από τον Πλάτανο…» (Βλέπε https://vatera.gr/platanos/?p=8596/18-05-2014), δημοσιεύει εκτενώς και με χιούμορ συνταγή για θάσιο, που κατέγραψε από την κ. Στέλλα. Διαβάστε την παρακάτω:


«Πώς να φτιάξουμε “θάσιο”:

[Παρατήρηση: Είναι αδύνατο σε έναν μη Λέσβιο να προφέρει την παραπάνω λέξη με τη “σωστή” Μυτιληνιά προφορά. Κάπως “θάshιο”]

Το θάσιο είναι ένα ποτό, το οποίο προσφέρεται σε άτομα τα οποία είναι για οποιονδήποτε λόγο πολύ στεναχωρημένα. Για παράδειγμα, σε περιπτώσεις απώλειας προσφιλών προσώπων. Έτσι για παρηγοριά. Στεναχώριες όμως οι άνθρωποι έχουν και για άλλους λόγους, όπως η αποτυχία στις εκλογές. Στην περίπτωση αυτή το θάσιο προσφέρεται φυσικά για τη σχετική καζούρα στους ηττημένους! Και επειδή στις εκλογές πάντα υπάρχουν ηττημένοι σήμερα σίγουρα κάποιοι θα το χρειαστούμε.


Συνταγή: Σε μια κατσαρόλα ρίχνουμε αρκετό νερό και λίγο αλεύρι και ζάχαρη και βράζουμε το μείγμα, ώστε να μετατραπεί σε έναν πολύ αραιό και γλυκό χυλό. Κατεβάζουμε από τη φωτιά και προσθέτουμε αλεσμένα καρύδια και αμύγδαλα  στα οποία καλό είναι να περιλαμβάνονται και δυο-τρία πικραμύγδαλα. Προσθέτουμε λίγη κανέλα  κι ανακατεύουμε καλά, ώστε να επιτευχθεί η ομοιομορφία. Το αποθηκεύουμε σε ένα μπουκάλι και το καταναλώνουμε σε δόσεις που έχουν να κάνουν με το μέγεθος της… ήττας! (Η συνταγή από την κ. Στέλλα στον Πλάτανο, η οποία όμως δεν έχει σκοπό σήμερα να παρασκευάσει. Έτσι προτείνουμε ως υποκατάστατο -τι άλλο;- ούζο!)»

Σημείωση: Χαρακτηριστικό είναι και το σχόλιο ανώνυμου αναγνώστη κάτω από το παραπάνω κείμενο, ο οποίος γράφει τη δική του συνταγή και εξήγηση:

«H συνταγή της κ. Στέλλας είναι το λεγόμενο μαλεμπί. Το θάσιο φτιάχνεται ΜΟΝΟ με αμύγδαλα καθαρισμένα άσπρα και αλεσμένα σαν αλεύρι. Τα βράζουμε με γάλα και ζάχαρη και 2-3 πικραμύγδαλα για άρωμα. Είναι νόστιμο και δυναμωτικό. Αυτός είναι ο λόγος που είναι και παρηγορητικό. Η πολλή νοστιμιά σε κάνει να ξεχνάς την κάθε στεναχώρια.»

Εμείς θα λέγαμε σχετικά ότι κάθε τόπος έχει τις δικές του παραλλαγές θάσιου και την προσωπική σφραγίδα αυτού/αυτής που το παρασκευάζει. Γι’ αυτό και κάνουμε λεπτομερή συγκέντρωση γραπτών αναφορών, με σκοπό τη διάσωση της παραδοσιακής μας συνταγής. 

Ο Μιχάλης Π. Δελησάββας στο «Λεξικό Μάκρης και Λιβισίου Μικράς Ασίας», σελ. 42, αναφέρει τα λήμματα "ασσάσιν" (=το αμύγδαλο, από το αρχ. επίθετο "αθάσιον" [της Θάσου]) και "ασσασόαλους" (=ο χυμός του αμυγδάλου). 

Ο Παναγιώτης Α. Μπιμπέλας, στη σελ. 34 του βιβλίου του «Λαογραφικά Κυδωνιών, Μοσχονησίων και Γενητσαροχωρίου» (εκδ. Χαρτοπωλείο "Πέτρα"-Ν. Χριστόπουλος, Αθήνα 1956), αναφέρει ότι στο Αϊβαλί (Κυδωνίες) η μαμή πότιζε τη λεχούσα "θάσο" με κουκουνάρια, για να κατεβάζει γάλα.

 

*** 


Μαντζούνι με κρασί και κίννα

Υλικά:

• 1 μπουκάλι κρασί «Μαυροδάφνη»

• κίννα (μπαχαρικό, ρίζα καφετιά όπως η πιπερόριζα)


Εκτέλεση:

Κοπανίζουμε την κίννα και την περνούμε από ψιλό τρυπητό. Έπειτα τη ρίχνουμε στο κρασί και ανακατεύουμε.

 

ΙδιότητεςΔυναμωτικό.

Δοσολογία: Ένα ποτηράκι ρακιού (ούζου) τρεις φορές ημερησίως (πρωί, μεσημέρι, βράδυ) προ του φαγητού, αφού πρώτα το ανακατέψουμε καλά. 

Ο Ν. Ανδριώτης ("Ετυμολογικό Λεξικό της κοινής Νεοελληνικής", σελ. 159) γράφει με ένα -ν- τη λέξη κίνα και λέει ότι είναι είδος φαρμακευτικού ξύλου (από περουανικό kina = δέντρο του Περού, που από τη φλούδα του παράγεται το κινίνο). Το μπαχαρικό η κίνα δεν έχει καμιά σχέση με τη λέξη η "κινά" > κ’νά [πρβ. κ’ναρουτός] (= κόκκινη βαφή, από το τουρκ. kina). 

                                   

***

                                                                            

Μαντζούνι από ρίζες ασφόδελου

Υλικά:

• ½ κιλό περ. ρίζες από σπόρδιλα (ασφόδελο)

• ½ κιλό μέλι

• καρύδα (ινδοκάρυδο) ή καρυδόψιχα

• μπαχαρικά (γαρύφαλλα, κανέλα)

 

Εκτέλεση:

1. Την άνοιξη, βγάζουμε ρίζες από ασφόδελο, φυτό της λεσβιακής υπαίθρου, σκάβοντας κοντά στη βάση του στελέχους του ασφόδελου. Έχουν σχήμα μικρού ψιλού καρότου. Τις καθαρίζουμε, τις πλένουμε καλά, τις αλέθουμε σε μύλο λαχανικών και τις βάζουμε σε μια λεκάνη.

2. Έπειτα ρίχνουμε στη λεκάνη μισό κιλό μέλι, καρύδα ή καρυδόψιχα και μπαχαρικά, για να εξουδετερώσουμε τη μυρωδιά του ασφόδελου. Τα ανακατεύουμε όλα μαζί και είναι έτοιμο το μαντζούνι μας.

 

Ιδιότητες: Ορεκτικό και δυναμωτικό, ιδιαίτερα για αρρώστους και λεχώνες.

Δοσολογία: Ένα κουταλάκι του γλυκού, τρεις φορές ημερησίως (πρωί, μεσημέρι, βράδυ), προ του φαγητού.

     

Σημειώσεις:

α. Τις συνταγές για τα μαντζούνια μας υπαγόρευσε τηλεφωνικά από τη Μυτιλήνη η αείμνηστη συγχωριανή μας Βούλα Σπ. Μαυραγάνη το καλοκαίρι του 1993. Όπως μας είπε, τη συνταγή την έμαθε από τη μητέρα της Πηνελόπη κι εκείνη από τη δική της μητέρα. Δυστυχώς, δεν έχουμε ακριβείς ποσότητες όλων των υλικών, γιατί τα παρασκεύαζαν εμπειρικά, δοκιμάζοντας τη γεύση τους.

β. Ο ασφόδελος ή σφερδούκλι ή σπόρδιλας ή "φυτό της Περσεφόνης" είναι πολυετές βολβώδες μελισσοκομικό φυτό της οικογένειας λιλιειδών, που το αναφέρουν ως τροφή των φτωχών ο Ησίοδος («Έργα και Ημέρες», στίχ. 41) και ο Πλούταρχος («Δείπνον επτά σοφών», κεφ. 41), ενώ ο Διοσκουρίδης («Περί ύλης ιατρικής») το θεωρούσε «πανάκεια», για τις πολλαπλές θεραπευτικές και θρεπτικές ιδιότητές του. Ο Θεόφραστος ο Ερέσιος («Περί φυτών ιστορία») αναφέρει ότι οι κόνδυλοι (ρίζες), οι βλαστοί και τα σπέρματά του τρώγονται. Φύεται σε πετρώδη τοπία κι έχει πλούσιο ριζικό σύστημα από κυλινδρικούς κονδύλους που περιέχουν άμυλο. Γι’ αυτό, σε περιόδους πείνας, κυρίως στην Κατοχή, χρησίμευσαν ως τροφή.

γ. Ο Όμηρος («Οδύσσεια», ραψ. λ, στίχ. 545, 579, ραψ. ω, στίχ. 12 κ.α.) λέει ότι στον Άδη υπήρχε ο «ασφοδελός λειμώνας». Το ίδιο ποιητικό μοτίβο βρίσκουμε και σε ποιήματα νεοελλήνων ποιητών (π.χ. Λορέντζου Μαβίλη «Λήθη»). Οι αρχαίοι φύτευαν στους τάφους ασφόδελους, γιατί πίστευαν ότι με τις ρίζες τους τρέφονταν οι νεκροί.

δ. Στο Παλαιοχώρι, τα παιδιά παλιά έφτιαχναν μικρογραφίες επίπλων, ανεμόμυλους κι άλλες κατασκευές με τα ξεραμένα κυλινδρικά στελέχη των ασφόδελων και τα συνέδεαν με καρφίτσες.

ε. Ενδιαφέρουσες πληροφορίες και συνταγές για τονωτικό κρασί, αλοιφή για κάθε πληγή, κατάπλασμα, αντίδοτο για δήγματα ιοβόλων φιδιών κ.ά. βρήκαμε στη σελ. 30 του Στ΄ τόμου του βιβλίου "Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός" του Φαίδωνος Κουκουλέ (Εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1955) και στις εξής ηλεκτρονικές διευθύνσεις: http://visini-melissa.blogspot.gr και http://diaeta-express.com.

***

                                                                            

Καρ'δοζούμι (Καρυδοζούμι)

                             

Ο Παναγιώτης Νικήτας, στο βιβλίο «Λεσβιακό Μηνολόγιο» ("Λεσβιακά", Δελτίον Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών, τόμος Α΄, τεύχος Α΄, Μυτιλήνη 2001, σελ. 37), γράφει για το δυναμωτικό και καλλυντικό καρυδοζούμι που έδιναν στις λεχώνες: 

«Τη λεχούσα την ποτίζανε άσπρη μυρωδιά (γλυκάνισο) και φλισκούνι. Και το μωρό το ποτίζανε άσπρη μυρωδιάκιρμίζι και τίλιο, για να χύσει το παιδί το "μπιλουκλάδ'" (σπυριά). Τις πρώτες μέρες, τη λεχούσα την ποτίζουν καρ'δοζούμι. Τσακίζουν καρύδια, παξιμάδια και ζάχαρη και τα ρίχτουν μέσα σε ζεστό νερό. Μ' αυτό το καρ'δοζούμι νίφτουν και το πρόσωπο της λεχούσας, για να φύγει η αγριάδα.»                                                                            

***

                                                       

Σούπα για παιδιά και ασθενείς

Υλικά:

• 2½ φλιτζάνια γάλα

• 2 κουταλιές σούπας κορν-φλάουρ

• 2 κουταλιές σούπας φρέσκο βούτυρο

• 1-2 κρόκους αυγών (προαιρετικά)

• αλάτι

Εκτέλεση:

Σε μια κατσαρόλα, βάζουμε να βράσουν 2 φλιτζάνια γάλα. Στο υπόλοιπο μισό φλιτζάνι γάλα διαλύουμε 2 κουταλιές κορν-φλάουρ και ρίχνουμε το μείγμα στην κατσαρόλα, ανακατεύοντας μέχρι να πάρει βράση. Προσθέτουμε λίγο αλάτι και, αν θέλουμε, 1-2 κρόκους αυγών κι ανακατεύουμε καλά. Στο τέλος βάζουμε 2 κουταλιές φρέσκο βούτυρο και σβήνουμε τη φωτιά. Σερβίρουμε τη σούπα ζεστή.

 

Σημείωση:

Τη συνταγή αυτή αντιγράψαμε από τετράδιο συνταγών μαγειρικής και ζαχαροπλαστικής της αείμνηστης Βούλας Σπ. Μαυραγάνη το καλοκαίρι του 1993.

 

***

                                                       

Σήμερα τα παραπάνω δυναμωτικά είναι ελάχιστα γνωστά και σπάνια τα φτιάχνουμε. Για το λόγο αυτό, προσπαθήσαμε να διασώσουμε συνταγές, καταγράφοντας όσες προφορικές και γραπτές μαρτυρίες μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε και επικαιροποιώντας κατά διαστήματα την ανάρτησή μας. Γι' αυτό θεωρούμε υποχρέωσή μας να ευχαριστήσουμε τους συγγραφείς και λεξικογράφους, Λέσβιους και μη. Τέλος, θα ήταν χαρά μας, αν μας στέλνατε άλλες συνταγές μαντζουνιών ή πληροφορίες για τα δυναμωτικά που αναφέρουμε.                                                                                                                          

Υγιαίνετε! 

ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΑΠΟ

ΒΟΥΝΑΤΣΟΥ Μ. ΜΥΡΣΙΝΗ